Επαγγελματίες της δημοσιογραφίας, ακαδημαϊκοί και δεκάδες συμπολίτες μας κλήθηκαν να απαντήσουν στο καίριο ερώτημα εάν τα Social Media είναι απειλή για τη Δημοκρατία, στο πλαίσιο της εκδήλωσης που διοργάνωσε στη Λεμεσό το «Ίδρυμα Μελέτης της Δημοκρατίας Ανδρέας Αρμεύτης».
Είναι γεγονός ότι τις τελευταίες δεκαετίες, πολλοί θεωρήσαμε ότι η Δημοκρατία αποτελεί κεκτημένο που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί, τουλάχιστον στον Δυτικό κόσμο. Πιστέψαμε ότι οι όποιες διαφωνίες εκφράζονται σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο, στον πυρήνα του οποίου εδράζονται οι αξίες της ισονομίας, της ελευθερίας και του σεβασμού της διαφορετικότητας.
Αυτή η πεποίθηση ανατράπηκε όταν άρχισαν να αναδεικνύονται συμπεριφορές που αμφισβητούσαν την αξία της Δημοκρατίας και κινήματα που μετέρχονταν αντιδημοκρατικών μέσων για την επιβολή των θέσεών τους. Τέτοια φαινόμενα, δεν εμφανίστηκαν μόνο με τη μορφή εξτρεμιστικών κινημάτων, που με τον μανδύα θρησκευτικών ή άλλων αντιλήψεων στοχοποίησαν όσα εννοούμε ως δημοκρατικό και ελεύθερο τρόπο ζωής. Αντίθετα, αναδείχθηκαν εντός των κοινωνιών της Δύσης, με την αναβίωση ακροδεξιών και νεοναζιστικών κινημάτων, με τα οποία θεωρήσαμε ότι είχαμε ξεμπερδέψει τον προηγούμενο αιώνα. Αυτές οι ακραίες φωνές, παρά την ετερόκλητη αφετηρία τους βρήκαν ένα κανάλι επικοινωνίας που τους επέτρεψε να σχηματοποιηθούν σε κίνημα.
Ο ρόλος των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης υπήρξε καθοριστικός σε αυτή την πορεία. Η ίδια τους η φύση, που επιτρέπει τη σύνδεση με άγνωστα σε εμάς πρόσωπα και την ανταλλαγή απόψεων μαζί τους, φαίνεται να λειτούργησε ως το έδαφος πάνω στο οποίο αναπτύχθηκαν και συνεχίζουν να αναπτύσσονται τέτοια φαινόμενα. Η εισβολή στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ, στις αρχές του προηγούμενου χρόνου αποτέλεσε τη θλιβερή κορύφωση της κακώς νοούμενης επιρροής των Social Media στη λειτουργία της Δημοκρατίας σε περίοδο ειρήνης. Τα όσα διαδραματίζονται σήμερα στα social media, κατά τη διάρκεια της εισβολής στην Ουκρανία, αποτελούν επίσης μία τρανή απόδειξη του ρόλου που μπορούν να έχουν. Η διάδοση ψευδών ειδήσεων, ο φανατισμός μερίδας χρηστών, η «ποδοσφαιροποίηση» του ζητήματος και η συγκρότηση online κοινοτήτων τα μέλη των οποίων αυτοεπιβεβαιώνονται για την ορθότητα των απόψεών τους, δεν μπορούν παρά να προβληματίσουν. Πολλές αναλύσεις έχουν γίνει για το αν το πρόβλημα εντοπίζεται στις ίδιες τις πλατφόρμες, ή στα μηνύματα και ως εκ τούτου στους δημιουργούς τους. Εξίσου πολλές προσπάθειες έχουν γίνει για να διαπιστωθεί η προσπάθεια εκμετάλλευσης των δεδομένων των χρηστών, μέσω των πλατφορμών, όπως στην περίπτωση του σκανδάλου της Cambridge Analytica.
Από την άλλη, κάθε συζήτηση για το θέμα αυτό δεν μπορεί να παραβλέπει τις πολλές θετικές επιδράσεις των social media, στη λειτουργία, ή την εξέλιξη της Δημοκρατίας. Όπως για παράδειγμα η αμεσότητα στην επικοινωνία, η αλληλεπίδραση μεταξύ των ατόμων και η ανταλλαγή απόψεων. Δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε τη συμβολή τους στην προάσπιση δικαιωμάτων, την εκδήλωση κοινωνικών κινημάτων, όπως το “me too”, το “black lives matters”, ή για να αναφερθώ σε πιο οικεία μας θέματα, ακόμα και στην αποκάλυψη σκανδάλων, την προστασία των ζώων και τη δημιουργία awareness για αρκετά κοινωνικά ζητήματα.
Ουσιαστικά, όσο τα social media δημιουργούν ένα αποκεντρωμένο δίκτυο ενημέρωσης, τόσο δυσκολότερο γίνεται για μία κεντρική Αρχή να ελέγξει τη ροή της πληροφόρησης προς το κοινό. Αυτό που μάλλον πρέπει να εξεταστεί είναι το κατά πόσο και με ποιες προϋποθέσεις τα social media μπορούν να μετατραπούν από ένα χρήσιμο εργαλείο υπεράσπισης της Δημοκρατίας, σε όπλο εναντίον της. Μέρος της λύσης θα μπορούσε να είναι η θέσπιση ενός νομοθετικού πλαισίου λειτουργίας τους, προστατεύοντας τους χρήστες τόσο από τη διάδοση ψευδών ειδήσεων, ή εξτρεμιστικών απόψεων, όσο και από την αξιοποίηση των δεδομένων τους από τις ίδιες τις εταιρείες με αθέμητο τρόπο.
Δημοσιεύτηκε στην “Cyprus Times”, 4 Μαρτίου 2022